Το τσούρλι του ΠαστρικοΝικολή.
Τσουρλι επαίζαμε όλα τα κοπέλια του χωριού και είχαμε σασμένες κατι μπαγιονέτες από χοντρό σύρμα και γυρισμένες στη κάτω μπάντα μαστορικά να αγκαλιάζει το τσούρλι και από τσι τρείς μπαντες, με χερούλι ξύλινο ή λαστιχένιο ! Ενα κομάτι λάστιχο τση βρύσης εβάζαμε να μη μασε κοβει στη χέρα , αλλοι πάλι εβάνανε ένα κομάτι ξύλο από συκιά ή μουρνιά απου ήτονε κούφιο. Αγλακούσαμε λοιπόν όλο το χωριό πανω κάτω με χίλια ταχύτητα . Να δείτε κατι στροφές κλειστές να τσι παίρνομε με κλίση 45 μοίρες σάματι πως ήτονε μπρε κοπέλια αγωνιστικός ματοσακός.
Είχα και ‘γω σασμένη μια μπαγιονέτα μα δεν είχα τσούρλι και έτρωγα τον κόσμο να βρω ένα, μα το ‘θελα μεγαλωπό . Εκατέβηκα στο αχίρι μπας και δω πράμα να μου κάνει ,μα … τιποτα!!!. Ανέβηκα τα δε ύστερα στο πόρτεγο και είδα το κρασοβάρελο του πατέρα μου 200αρι πρέπει να τόνε και επέσανε τα μάθια μου στα τσέρκια. Ετουτανέ μάλιστα.
Ετουτανε είναι ότι πρέπει. Να βγάλω θέλει τα δυο ακριμιά σιγά- σιγά με το σκεπάρνι, μα δε θα το πάρει χαμπάρι ο κύρης μου. Εντάκαρα και ακαταχτύπουνα το τσέρκι μα αυτό το παντέρμο ήτονε καλά μπασμένο μέσα στο ξύλο από το πρήξιμο του βαρελιού.
Γροικά ο πατέρας μου τσι χτύπους και κατεβαίνει και μου ‘χει δωσμένο βρε παιδιά ένα κατακεφαλίδι και μου δίνει και άλλο ένα το κρασοβάρελο και εθώρουνα, όι αστέρια μονο φεγγάρια και ήλιους μαζί. Τάξε πως είχα πιωμένο όλο το 200αρι. .
Μην τα πολυλογώ με την μπαγιονέτα επόμεινα στη χέρα και τη ζάλη στη κεφαλή.